Γράφει ο Δημήτρης Μιχαηλίδης
«Τα σταφύλια της οργής» είναι ένα αμερικανικό ρεαλιστικό μυθιστόρημα που γράφτηκε από τον Τζον Στάινμπεκ και δημοσιεύτηκε το 1939. Το βιβλίο κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου και το Βραβείο Pulitzer για τη μυθοπλασία, και αναφέρθηκε περίοπτα όταν ο Στάινμπεκ τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ (1962).
Τα «Σταφύλια της οργής» είναι ένας ύμνος στον άνθρωπο και στην ανθρωπιά, στη δύναμη της οικογένειας, στη μάχη για τον επιούσιο, στις μικρές πράξεις καλοσύνης των ανθρώπων, όπως συμβαίνει κυρίως στους αγρότες· που επεκτείνεται ακόμα και σε χαμηλόμισθους εργάτες. Μέσα από την ιστορία της οικογένειας Τζόουντ, που ξεριζώνεται από τον τόπο της και μεταναστεύει, κηρύσσεται μια αλήθεια: και η αλήθεια αυτή, δοσμένη με μια λογοτεχνική αμεσότητα που καθηλώνει, είναι απόλυτη και τόσο επιτακτική σήμερα, όσο και όταν πρωτογράφτηκε. Η λογοτεχνία δεν είναι ανάγκη να είναι ένας ερμητικός γρίφος για τους απλούς ανθρώπους με δυσνόητες λέξεις, μα μπορεί με συγκλονιστικά απλές και οικείες λέξεις και εικόνες να δονήσει την ψυχή κάθε ανθρώπου.
«Τα Σταφύλια της οργής» είναι η ιστορία μιας από τις χιλιάδες οικογένειες του αμερικανικού Νότου που έχασαν τα πάντα στη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, όταν καταστράφηκαν οι σοδειές τους από την παρατεταμένη ξηρασία και από τους θυελλώδεις ανέμους. Με τα λιγοστά υπάρχοντά τους φορτωμένα σε ένα σαραβαλιασμένο φορτηγάκι ταξιδεύουν προς τη Γη της Επαγγελίας, την Καλιφόρνια, ελπίζοντας να βρουν δουλειά και ψωμί. Μα ακόμα και όταν φτάνουν στον προορισμό τους, δεν αργούν να αντιληφθούν ότι τα πράγματα δεν ήταν όπως είχαν ελπίσει.
Βέβαια, δεν μπορούμε να εντοπίσουμε «σταφύλια της οργής» στον σημερινό Αττικό αμπελώνα, αφού λίγο πριν τις εκλογές της 21/5/2023, στις 15/5/2023, ανακοινώθηκε από τον ΚΕΟΣΟΕ ότι αποφασίσθηκε «δώρο» (γραφειοκρατικά το λένε de minimis) στο ΦΕΚ 3129/Β/11.5.2023 για την οικονομική στήριξη των οινοποιήσιμων σταφυλιών της Περιφέρειας Αττικής, των επιτραπέζιων σταφυλιών Κορινθίας, και της οινοποιήσιμης ποικιλίας Ροδίτης της Δυτικής Αχαΐας και της Ηλείας. Ενισχύονται τα σταφύλια, όχι μόνο οι αγρότες-αμπελουργοί, αλλά και οι βιομήχανοι, και οι εταιρείες και οι… Αρκεί να έχουν οινοποιήσιμα σταφύλια στην Περιφέρεια Αττικής κ.λπ. Μια πάρα πολύ περίεργη άποψη για την αγροτική ανάπτυξη και τη (μη) επιβίωση του αγροτικού κόσμου.
Σε αγροτικό (;) συνέδριο στις 23/5/2023 συνάντησα την πλήρη «διαστροφή» του όρου αγρότης, αφού υπάρχουν πλέον εταιρείες που κάνουν σχεδόν τα πάντα, αν κατάλαβα καλά, και ο επενδυτής-αγρότης απλά διαθέτει το εκχηματισμένο κεφάλαιο για την «επιχείρηση-μπίζνα». Η πολύ έξυπνη εταιρεία:
- διαθέτει εκτάσεις κατάλληλες για καλλιέργεια,
- μελετά και σχεδιάζει τις εγκαταστάσεις και υποδομές,
- κατασκευάζει τις υποδομές καλλιέργειας,
- σχεδιάζει τη φύτευση και την εφαρμογή της,
- υποστηρίζει καλλιεργητικές εργασίες με προσωπικό της εταιρείας,
- διαθέτει και διαχειρίζεται τα μηχανικά μέσα υποστήριξης της καλλιέργειας,
- υποστηρίζει προγράμματα αναβάθμισης της καλλιέργειας,
- εξασφαλίζει τις απαραίτητες πιστοποιήσεις,
- κάνει τη μηχανική συλλογή των καρπών και τα παραδίδει στην Ομάδα Παραγωγών (όχι αγροτών) για να τα εμπορευθεί.
Ο αγρότης ΑΠΟΥΣΙΑΖΕΙ πλήρως…!
Η ανικανότητα ή/και αναποτελεσματικότητα ή/και αποτυχία του δημόσιου τομέα στον τομέα των γεωργικών εφαρμογών και συμβουλών, υποκαθίσταται από τον ιδιωτικό τομέα με τεχνικές ευφυούς γεωργίας (Intelligent Agriculture)· αφού επί πολλά χρόνια απαξιώθηκε και συστηματικά «διώχθηκε» η ενσωματωμένη στην παράδοση τεχνική αειφορίας, και στην άυλη πολιτιστική μας κληρονομιά οι αγρότες είναι «γυμνοί» από τεχνογνωσία και φαίνεται ότι η πολιτεία δεν ενδιαφέρεται να υποστηρίξει τον αγροτικό κόσμο, «διευκολύνοντας» ιδιώτες επιχειρηματίες και εταιρείες να αναλάβουν με αμοιβή την μεταφορά των γνώσεων και σύγχρονης έρευνας στους αγρότες.
Τη «δουλειά» την κάνουν με πλούσιες αμοιβές ιδιωτικές κερδοσκοπικές εταιρείες που τώρα τελευταία αξιοποιούν χρηματοδοτούμενα προγράμματα τάχα για τον ψηφιακό μετασχηματισμό ή/και την κυκλική οικονομία, κ.λπ.
Η κα Μάγδα Κοντογιάννη, κτηνοτρόφος στο Μενίδι, γραμματέας του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Περιφέρειας Αττικής, περιγράφει την πολύ χειρότερη κατάσταση των προβατοτρόφων της Αττικής που παραδοσιακά φρόντιζαν το περιβάλλον της Αττικής: «Στερήθηκαν τους βοσκοτόπους τους από νεοεποίκους και καταστράφηκε η παραδοσιακή κυκλική αειφόρος οικονομία των περιοχών τους από τις οικοπεδοποιήσεις. Οι κτηνοτρόφοι ήταν μάρτυρες της κατάληψης και της τσιμεντοποίησης όλης της υπαίθρου της Αττικής, ειδικά των βοσκοτόπων. Και αφού αποκλείστηκαν ανάμεσα στις πολυκατοικίες, εκδιώκονται οι προϋπάρχοντες στάβλοι και τα πρόβατά τους, ενώ απειλείται ο τρόπος ζωής τους. «Τα πρόβατα της οργής» θα μπορούσε να είναι η ιστορία μιας από τις οικογένειες της Αττικής υπαίθρου, Αρβανιτών και μετακινούμενων Βλάχων και Σαρακατσάνων, που έχασαν τα πάντα στη διάρκεια της Μεγάλης Τσιμεντοποίησης, όταν καταπατήθηκαν τα λιβάδια τους από το εντατικό real estate και τη «βιομηχανοποίηση» της αγροτικής παραγωγής. «Τα πρόβατα της οργής» θα μπορούσε να είναι η ρεαλιστική καταγραφή της αγωνίας των κτηνοτρόφων να επιβιώσουν αμυνόμενοι στην τσιμεντο-επίθεση των αστών, που ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1980, όταν η Ελλάδα είχε αυτάρκεια…».
Αν την ιστορία τη γράφουν οι «νικητές» ή/και όσοι ξέρουν γράμματα, η ιστορία της καταστροφής της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα διαστρεβλώνεται από όσους ξέρουν «γράμματα» και από όσους έχουν χρόνο να «παίζουν» με γραπτά, με κείμενα, με προδιαγραφές, με καταγραφές, με νομοθεσίες, με αποφάσεις γραφειοκρατών, κ.λπ. Και οι κτηνοτρόφοι δεν έχουν χρόνο να «γράφουν», διότι όσο χρόνο έχουν τον διαθέτουν για τη φροντίδα των ζωντανών τους και του περιβάλλοντος του κοινού μας πλανήτη.
Οι αστικές κυβερνήσεις έχουν απομακρυνθεί ανεπίτρεπτα από τον αγροτικό κόσμο και έχουν επιβάλλει (κυρίως μέσω επιλεκτικών επιδοτήσεων), τη «βιομηχανοποίηση» της κτηνοτροφίας. Έχουν «επιβάλλει» οι γραφειοκράτες, υποστηριζόμενοι από τις χρηματοδοτούμενες από πολυεθνικές κερδοσκοπικές εταιρείες, μελέτες (έρευνες, διπλωματικές και ντοκτορά των επιστημόνων), τις γαλακτοπαραγωγικές «μηχανές» που καταστρέφουν την ισορροπία του περιβάλλοντος. Οι κρεατοπαραγωγικές «μηχανές» που για να τραφούν απαιτούν εισαγωγές ζωοτροφών από όλο τον κόσμο, καταστρέφουν το περιβάλλον μας, εναντίον των αυτοχθόνων φυλών που φροντίζουν το περιβάλλον.
Η ελληνική κτηνοτροφία καταστρέφεται συστηματικά και ο κτηνοτροφικός κόσμος διαιρείται ακόμα και με τον γενικό νόμο 4.056/2012 για την αδειοδότηση των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων. Κατ’ αρχήν ο νέος νόμος ήταν ύβρις για τους λειτουργούντες στάβλους, που ακόμα ταλαιπωρούνται. Πρώτα εξαιρέθηκαν τα ιδρύματα, μετά εξαιρεθήκαν τα ιπποειδή (Βορίδης), μετά εξαιρέθηκαν και δόθηκαν ειδικές πρόνοιες στην πτηνοτροφία (11/4/2023, Κεδίκογλου), και αμέσως μετά ανακοινώθηκε η εξαίρεση των χοιροτροφικών μονάδων (Γεωργαντάς).
Και έμειναν μόνο οι κτηνοτρόφοι με τα αυτόχθονα πρόβατα (τα πρόβατα της οργής), που πράγματι φροντίζουν το ελληνικό περιβάλλον και απαιτούν εκτατικές εκμεταλλεύσεις. Έμεινε η μετακινούμενη κτηνοτροφία, οι βοσκοί, τα «ορφανά» βοσκοτόπια και τα καταστραφέντα παλαιά τσελιγκάτα που ήταν ενσωματωμένα στον τρόπο ζωής των κτηνοτρόφων. Πλέον μόνο η έκφραση «Τα πρόβατα της οργής», παραφράζοντας το γνωστό μυθιστόρημα, μπορεί να αποδώσει την τραγική κατάσταση της προβατοτροφίας.
Πρέπει να λάβει κάποιος υπ’ όψη ότι τα «Σταφύλια της οργής» είναι μυθιστόρημα για το ανθρώπινο δράμα ενός αγρότη που τελικά αν και γίνεται αστός συνεχίζει να ταλαιπωρείται, και προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Τα «Πρόβατα της οργής» είναι μια πραγματικότητα, που πέραν του δράματος των κτηνοτρόφων και της ανήθικης βίαιης αλλαγής του τρόπου ζωής τους, δημιουργεί πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα επισιτιστικής αυτάρκειας σε όλους τους Έλληνες και πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα επιβίωσης του Ελληνικού «κράτους», χωρίς να ασχολείται κανείς με κάποιο σημαντικό ενδιαφέρον, ούτε καν τα κόμματα που θέλουν να μετέχουν στην εκτελεστική εξουσία στην Ελλάδα.
