Οι εργασίες έφεραν στο φως μεγάλο μέρος της αρχικής βυζαντινής τράπεζας του 10ου αιώνα, η οποία προκύπτει ότι ήταν επίσης σταυρόσχημη, όπως και η σημερινή.
Εντοπίστηκε επίσης η μεγέθυνση της τράπεζας του 12ου αιώνα προς τα δυτικά, και τα κατά καιρούς επάλληλα δάπεδα και βάσεις των τραπεζιών, στοιχεία που μαρτυρούν τις ανακαινιστικές εργασίες που γίνονταν για διάστημα επτακοσίων περίπου ετών. Τις επάλληλες φάσεις τεκμηριώνει ικανός αριθμός οστράκων από εφυαλωμένα αγγεία τα οποία καλύπτουν ένα ευρύ χρονικό διάστημα από τα τέλη 10ου αιώνα έως και τα όψιμα μεταβυζαντινά χρόνια.
Από τις γραπτές πηγές είναι γνωστές τρεις χρονικές στιγμές που σχετίζονται με τη βυζαντινή Τράπεζα:
α) η πρώτη σχετίζεται με την ίδρυση της Μονής, στα τέλη του 10ου αιώνα.
β) η δεύτερη σχετίζεται με τη μεγέθυνση της τράπεζας τα τελευταία χρόνια του 12ου αιώνα.
γ) η τρίτη σχετίζεται με την ανακαίνιση της τράπεζας στα 1319.
Τα αποτελέσματα της ανασκαφής έρχονται σε αξιοσημείωτη συμφωνία με τα δεδομένα από τις ιστορικές πηγές.
H σημερινή τράπεζα της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου κτίστηκε το 1785 στα δυτικά του καθολικού. Έχει σταυρόσχημη κάτοψη, κόγχες στα άκρα των τριών κεραιών του σταυρού, και δύο βοηθητικούς χώρους στη βορειοανατολική και στη νοτιοανατολική γωνία. Οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό της φιλοτεχνήθηκαν το 1786 από τον εκ Γαλατίστης μοναχό, Μακάριο. Στο εσωτερικό της επαναχρησιμοποιήθηκαν τότε τα βυζαντινά μαρμάρινα τραπέζια, προερχόμενα προφανώς από την προγενέστερη τράπεζα. Σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες η παλαιότερη εκείνη τράπεζα βρισκόταν στην ίδια περίπου θέση με τη σημερινή.
Επίσης, πολύ σημαντικά για την ιστορία του χώρου της Μονής, είναι τα κτιριακά κατάλοιπα που αποκάλυψαν οι ανασκαφικές τομές βαθύτερα από τη στάθμη του δαπέδου της βυζαντινής τράπεζας, και τα οποία μπορούν να χρονολογηθούν στην Πρωτοβυζαντινή περίοδο και ενδεχομένως σχετίζονται με τα κατάλοιπα της βασιλικής που είχαν βρεθεί προ εικοσαετίας κάτω από το Καθολικό της Μονής, κατά τη διάρκεια ανασκαφής έξω από τη βόρεια πλευρά του.
Η ανασκαφική τομή στο βορειοανατολικό βοηθητικό διαμέρισμα της υφιστάμενης τράπεζας, αποκάλυψε έναν βυζαντινό εργαστηριακό χώρο με αποσπασματικά σωζόμενο κεραμικό κλίβανο, δεξαμενή και αποθέτη. Από τα χαρακτηριστικά της λειτουργίας του κλιβάνου οι αρχαιολόγοι υποθέτουν ότι αυτός προοριζόταν για την καμίνευση κυρίως μικρών επιτραπέζιων αγγείων (πινάκια, κούπες). Η παρουσία του κλιβάνου δηλώνει την επί τόπου παραγωγή κεραμικών για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών της Μονής.
Η αποκατάσταση της τράπεζας όσο και η ανασκαφική έρευνα πραγματοποιήθηκαν με χρηματοδότηση της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρίας Πολιτιστικού & Κοινωφελούς Έργου, “ΑΙΓΕΑΣ”, του Αθανάσιου και της Μαρίνας Μαρτίνου.