Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Ἐφεσ. ς´ 10-17)
῾Η πανοπλία γιά τόν ἀγώνα
Ἀδελφοί, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐπὶ πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ῥῆμα Θεοῦ.
Μετάφραση τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς
Ἀδελφοί, δυναμωθεῖτε μέ τόν Κύριο καί τήν ἰσχυρή δύναμή του. Φορέστε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, γιά νά μπορεῖτε ν᾿ ἀντιστέκεστε στά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου. Γιατί δέν παλεύουμε μέ ἀνθρώπους, ἀλλά μέ τίς ἀρχές καί τίς ἐξουσίες, μέ τούς κοσμοκράτορες αὐτοῦ τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου, μέ τά πονηρά πνεύματα πού κυριαρχοῦν ἐπάνω στή γῆ. Γι᾿ αὐτό, φορέστε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μπορέσετε ν᾿ ἀντισταθεῖτε ὅταν ἀρχίσει ἡ ἐπίθεση τοῦ σατανᾶ, καί ἀφοῦ λάβετε ὅλα τ᾿ ἀναγκαῖα μέτρα, μείνετε σταθεροί στή θέση σας. Σταθεῖτε, λοιπόν, ὄρθιοι σέ θέση μάχης καί στή μέση σας ζωστεῖτε τήν ἀλήθεια καί φορέστε τόν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καί γιά ὑποδήματα βάλτε τήν ἑτοιμότητα νά κηρύξετε τό εὐαγγέλιο τῆς εἰρήνης. Ἐπάνω ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, πάρτε στά χέρια σας τήν ἀσπίδα τῆς πίστεως,
μέ τήν ὁποία θά μπορέσετε νά σβήσετε ὅλα τά φλογερά βέλη τοῦ πονηροῦ. Καί δεχθεῖτε ὡς περικεφαλαία τή σωτηρία καί ὡς μάχαιρα τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, πού σᾶς δίνει τό ἅγιο Πνεῦμα.
ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΟΠΛΑ
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως πάντοτε, ἔτσι καί μέ τήν παροῦσα περικοπή, «λαλεῖ οἰκοδομήν καί παράκλησιν καί παραμυθίαν» (Α΄ Κορ. 14,3)· ἀπευθύνεται στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας κάθε ἐποχῆς μέ λόγους οἰκοδομητικούς, προτρεπτικούς καί παρηγορητικούς. Καλεῖ τούς Ἐφεσίους, πρός τούς ὁποίους ἀπευθύνεται ἡ ἐπιστολή του, καί κάθε πιστό, νά ἔχουν τήν πνευματική αἴσθηση ὅτι στόν ἀγώνα τους γιά νά βιώσουν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ὡς τό ὕψιστο κριτήριο τῆς συνειδήσεώς τους, δέν εἶναι μόνοι. Μαζί τους βρίσκεται ὁ παντοδύναμος Κύριος. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος ἐπισημαίνει ὅτι οἱ πιστοί πρέπει νά πάρουν δύναμη ἀπό τήν ἕνωσή τους μέ τόν Κύριο καί ἀπό τήν μεγάλη Του ἰσχύ, καθότι ὁ Θεός εἶναι ἡ πηγή τῆς δυνάμεως· ὁ μόνος κραταιός, ἀήττητος καί πανίσχυρος. Καί ἡ δύναμη αὐτή εἶναι ἀπαραίτητη γιατί ἡ πνευματική ζωή τοῦ συνειδητοῦ Χριστιανοῦ εἶναι μία καθημερινή πάλη, ὄχι μέ ἀνθρώπους, ἀλλά μέ ἀρχές καί ἐξουσίες, δηλαδή μέ τούς κυρίαρχους τοῦ σκοτεινοῦ τούτου κόσμου, τά πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ἀνάμεσα στήν γῆ καί τόν οὐρανό.
Να ἀντιστέκεστε στά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου
Ὡς ἐκ τούτου, ὁ Παῦλος προτρέπει τούς πιστούς νά ἐνδυθοῦν μέ τήν πανοπλία πού δίνει ὁ Θεός γιά νά μπορέσουν νά ἀντιμετωπίσουν τίς μεθοδεῖες, τά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου. Νά προβάλουν ἀντίσταση ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς σατανικῆς ἐπιθέσεως γιά νά μείνουν ὥς τό τέλος σταθεροί στίς θέσεις τους. Ἡ πανοπλία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, ἡ ὁποία προσφέρεται σέ κάθε πιστό πού μετέχει στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή στήν ζωή τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἔνδυση τοῦ φθαρτοῦ καί πεπερασμένου ἀνθρώπου μέ τήν ἀφθαρσία καί τήν ἀθανασία τοῦ Θεοῦ διά τῆς πίστεως, τῆς μετανοίας, τοῦ Αγίου Βαπτίσματος καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας· διά τῆς προσευχῆς καί τῆς συνεχοῦς καταρτίσεως στόν ἀγώνα τῆς θεογνωσίας· διά τῆς σπουδῆς, οἱ ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές καί ἐντολές νά εἶναι ὁ κανόνας καί τό μέτρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὅμως, ὁ ἀρχέκακος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος, «ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ» (Α΄ Πέτρ. 5,8). Οἱ δαιμονικές δυνάμεις εἶναι διαιρετικές καί διασπαστικές. Ἀπό φθόνο καί ἀδιανόητη κακία ὁ πειρασμός ἐπιδιώκει τήν διάλυση τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, καί κατ’ ἐπέκταση μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Μάλιστα, διάσπαση τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό σημαίνει πρώτιστα τήν ἀλλοίωση τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης καί τόν ἐγκλωβισμό τοῦ ἀνθρώπου στά ἐρέβη τοῦ ἰδίου. Τουτέστιν, ἀποξένωση καί ἀπομόνωση πνευματική.
Ἡ συμμαχία τοῦ Θεοῦ
Ὁ κορυφαῖος ἑρμηνευτής τῶν ἐπιστολῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἐπισημαίνει ὅτι σύμμαχος παντοδύναμος στόν ἀγώνα μας ἐναντίον τοῦ κακοῦ, τοῦ πειρασμοῦ, τοῦ διαβόλου, εἶναι ὁ Θεός· ὁ Ὁποῖος ὡς πατέρας μας στοργικός δέν ἐπιτρέπει νά δοκιμασθοῦμε περισσότερο ἀπό ὅσο μποροῦμε (Α΄ Κορ. 10,13). «Ἔχουμε ἀκαταμάχητο σύμμαχο τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», διακηρύττει ὁ χρυσορρήμων πατήρ, καί μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ τελική καί ἔνδοξη νίκη μας θά συντελεσθεῖ καί θά φανερωθεῖ στήν πληρότητά της στά ἔσχατα· «ὅταν ἐξέλθωμεν ἐντεῦθεν», ὅταν φύγουμε ἀπό τήν παροῦσα ζωή γιά νά συναντηθοῦμε «πρόσωπον πρός πρόσωπον» μέ τόν Κύριο τῆς Δόξης καί Βασιλέα τοῦ παντός.
Ἡ κοινωνία τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης
Στήν κοινωνία τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, ὅπως προσφέρεται στόν Λειτουργικό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μέ τά Άγια Μυστήρια καί τήν κατά Χριστόν βιοτή, ὁ ἐγωισμός τοῦ ἀνθρώπου μεταποιεῖται σέ ἀδιάσπαστη ἑνότητα προσώπων· ἑνότητα, ἡ ὁποία ἐμπνέεται καί πραγματοποιεῖται μέ τήν παρουσία, τήν ἐπίσκεψη τοῦ Χριστοῦ στήν ζωή μας. Ἡ δύναμη τῶν πνευμάτων τῆς πονηρίας, βρίσκεται, ὄχι στήν ἴδια τήν κακία τους, ἀλλά στό ὅτι κάνουν ὅ,τι εἶναι δυνατόν γιά νά καταστρέψουν τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων στήν καλοσύνη καί στήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καί ἔτσι νά διαμορφωθεῖ ἡ πεποίθηση ὅτι τό κακό εἶναι ἰσχυρότερο ἀπό τό καλό. Ὁ Θεός δέν μᾶς δίνει ἐξηγήσεις γιά ποιούς λόγους φαίνεται νά ἐπικρατεῖ τό κακό καί νά θριαμβεύει ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου, ἀλλά μᾶς δίνει τήν δύναμη γιά νά τό ἀντιπαλέψουμε, καί τήν ἰσχύ, τήν πανοπλία, γιά νά τό ὑπερνικήσουμε, μέ τήν δύναμη τῆς πίστεως, τῆς προσευχῆς, τῆς ἐλπίδος, τῆς ἀγάπης, τῆς κοινωνίας μέ τόν Χριστό. Δηλαδή, ἔτσι ὅπως ἀντιπάλεψε καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τούς πειρασμούς τοῦ διαβόλου στό Ὄρος ὅπου γιά σαράντα ἡμέρες ἀπομονώθηκε μετά τήν βάπτισή Του. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέ πολλή ἔμπνευση χρησιμοποιεῖ στήν περικοπή εἰκόνες ἀπό τήν στρατιωτική ζωή τῆς ἐποχῆς του γιά νά μᾶς βοηθήσει νά ἐννοήσουμε ὅτι ἡ πνευματική μας ζωή εἶναι διαρκής ἀγώνας ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς ἁμαρτίας, τοῦ διαβόλου. Ὅμως, στόν ἀγώνα αὐτό, ἀκαταμάχητος σύμμαχός μας εἶναι ὁ Θεός. Γι’ αὐτό μπροστά στό κακό, τίς ἀντιξοότητες, τίς θλίψεις, τόν πειρασμό νά ἐξασθενήσει ἡ ἐλπίδα μας, νά κλονισθεῖ ἡ πίστη μας καί νά «ψυγεῖ» ἡ ἀγάπη μας, ἄς ἐμπιστευόμεθα τόν Θεό ὅπως τόν ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός, ἀκόμη καί στήν ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆς, στήν ἔσχατη δοκιμασία τοῦ Σταυρικοῦ Του θανάτου, καί τότε ὅλοι οἱ πειρασμοί θά συντριβοῦν μπροστά στήν ἀνείκαστη δύναμη καί τήν ἀκατάληπτη ἀγάπη Του.
πηγή: apostoliki-diakonia.gr | ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΑΤΩΝΙΑΣ & ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ
«Η ΟΥΣΙΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΥΠΟ»
«Ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραάμ οὖσαν, ἥν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδού δέκα καί ὀκτώ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπό τοῦ δεσμοῦ τοῦτου τῆ ἠμέρα τοῦ Σαββάτου;».
Ἡ σύγκρουσις γιά τήν ὁποία μᾶς μίλησε ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή ἔχει ἕνα χαρακτήρα τραγικό. Πρωταγωνισταί της εἶναι ἀπό τή μιά μεριά ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἐκπρόσωπος ἑνός παρηκμασμένου θρησκευτικοῦ κατεστημένου, κι ἀπό τήν ἄλλη ὁ Χριστός. Ἀφορμή τό πρόβλημα μιᾶς ἁπλῆς γυναίκας τοῦ λαοῦ. Δεκαοκτώ ὁλόκληρα χρόνια «ἦταν κυρτωμένη, καί δέν μποροῦσε διόλου νά ἀνορθωθῆ». Εἶχε πάει στή Συναγωγή νά ἀκούση τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί ἐκεῖ, «ὅταν τήν εἶδε ὁ Χριστός, τήν κάλεσε καί τῆς εἶπε: «γυναίκα λυτρώνεσαι ἀπό τήν ἀρρώστια σου», καί ἔβαλε τά χέρια του ἐπάνω της, κι’αὐτή ἀμέσως ὀρθώθηκε καί δόξαζε τόν Θεό».
Στό γενικό αἴσθημα χαρᾶς καί δοξολογίας τοῦ Θεοῦ κάποιος διαφωνεῖ. Καί ὄχι ἁπλῶς δυσαρεστεῖται, ἀλλά ἀγανακτεῖ γιά καταπάτηση τοῦ νόμου. «Ὑπάρχουν ἕξι μέρες πού πρέπει κανείς νά ἐργάζεται λέει. Αὐτές λοιπόν τίς μέρες νά ἔρχεσθε γιά νά θεραπευθῆτε καί ὄχι τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου». Δέν εἶχε τό θάρρος νά τά βάλη ἀπ’εὐθείας μέ τόν Χριστό καί ἀπευθύνεται ἀόριστα στό λαό. Ὁ τύπος αὐτός τοῦ ἀρχισυναγώγου δέν ὑπῆρξε μοναδικό δεῖγμα στό ἀνθρώπινο γένος. Ἔχει πολλούς μιμητάς σέ κάθε ἐποχή.
Ὁ Νομοθέτης ἔχει μιά ἐντελῶς διάφορη ἀντίληψι περί σχέσεων νόμου καί ἀνθρώπων. Ἡ στοργή γιά τόν ἄνθρωπο, τό ἐνεργό ἐνδιαφέρον γιά τόν πόνο τοῦ ἀνθρώπου προέχει. «Τό Σάββατο ἔγινε γιά τόν ἄνθρωπο καί ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιά τό Σάββατο». Ὁ Χριστός δέν ἀφήνει τόν ἀρχισυνάγωγο νά παραπλανήση τήν δημόσια γνώμη μέ τήν δῆθεν ἀκρίβεια στήν τήριση τοῦ νόμου. Μέ μιά ἀμείλικτη κριτική σύρει τήν μάσκα τοῦ κοπτομένου γιά τίς θρησκευτικές παραδόσεις καί ἀποκαλύπτει ὅτι πίσω ἀπό τό φαινομενικό αὐτό σεβασμό γιά τά συστήματα καί τίς ἀρχές κρύβεται ἡ σκληρότης καί ἡ πικρία ζυμωμένες μέ τά πιό ἀπίθανα στοιχεῖα μικροπρεπείας, στενοκεφαλιᾶς καί ὑποκρισίας. «Ὑποκριτά, τοῦ λέει, ὁ καθένας σας δέν λύνει τό Σάββατο τό βόδι καί τόν ὄνο του ἀπό τή φάτνη καί τό πάει νά τό ποτίση; Κι αὐτή, λοιπόν, πού εἶναι θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, πού τήν εἶχε δεμένη ὁ σατανάς ἐπί δέκα ὀκτώ χρόνια, δέν ἔπρεπε νά λυθῆ ἀπό τά δεσμά της τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;».