Στα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί για τη στήριξη των, μικρομεσαίων κυρίως, αγροτών, και στο πλαίσιο του νέου παραγωγικού μοντέλου για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, αναφέρθηκε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Σταύρος Αραχωβίτης στη συνέντευξη που παραχώρησε στην «ΑΥΓΗ της Κυριακής» και στη δημοσιογράφο Αντιγόνη Ζούντα, ενώ έδωσε και το στίγμα της επόμενη ημέρας εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό ο Υπουργός δεσμεύεται ότι ψηλά στις προτεραιότητες μιας κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται η δημιουργία μιας νέας αναπτυξιακής τράπεζας για τους αγρότες, ενώ ήδη σε συνεργασία με την ΕΤΕπ προωθείται η δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων με χαμηλά επιδοτούμενα επιτόκια, καθώς και η ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου για την εκπροσώπηση των αγροτών και των συνεταιρισμών.
Ολόκληρη η συνέντευξη του κ. Αραχωβίτη:
- Αναφέρετε συχνά ότι ο αγρότης βρίσκεται στο επίκεντρο του νέου παραγωγικού και δίκαιου μοντέλου ανάπτυξης, θέτοντας σε θέση-κλειδί τον πρωτογενή τομέα. Παράλληλα, ιδιαίτερη μνεία γίνεται και σε πολιτικό επίπεδο για τη σημασία της προστασίας των μικρών και μεσαίων αγροτών. Με ποιον τρόπο και με ποιες πολιτικές στηρίζετε τις θέσεις αυτές; Υπήρξαν τελικά κοινωνικά μέτρα από την πλευρά της σημερινής κυβέρνησης για τη στήριξη του μικρομεσαίου αγρότη;
Για να απαντηθεί ορθά το ερώτημά σας, θα πρέπει πρώτα να κατανοηθεί η κατάσταση στην οποία βρέθηκε ο αγρότης το 2015, μόλις ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας. Σύμφωνα με τον νόμο 4172 του 2013, προβλεπόταν φορολόγηση του συνόλου των εισοδημάτων του, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων, από το πρώτο ευρώ. Επίσης, η σύνταξη έβαινε μειούμενη, σύμφωνα με τον νόμο 3863 του 2010, καθώς η βασική παροχή μηδενιζόταν κλιμακωτά έως το 2026. Σα να μην έφταναν αυτά, οι επιδοτήσεις βρίσκονταν υπό την απειλή των κατασχέσεων.
Αυτά τα μέτρα έπλητταν κυρίως τους μικρούς και μεσαίους αγρότες. Εμείς θεσπίσαμε:
-Τρία αφορολόγητα για πρώτη φορά με α) έκπτωση φόρου (αφορολόγητο έως 9.550 ευρώ) στο πραγματικό εισόδημα των αγροτών, όπως στους μισθωτούς και στους συνταξιούχους, β) πλήρως αφορολόγητες αποζημιώσεις ΕΛΓΑ και ενισχύσεις από αγροτικά προγράμματα του Πυλώνα ΙΙ της ΚΑΠ και γ) αφορολόγητο όριο μέχρι 12.000 ευρώ για την πράσινη ενίσχυση και τις συνδεδεμένες ενισχύσεις.
-Ακατάσχετο επιδοτήσεων για πρώτη φορά του Πυλώνα Ι έως του ποσού των 7.500 ευρώ.
-Δεν έγινε καμία μείωση στις κύριες συντάξεις του ΟΓΑ και ο αγρότης απολαμβάνει πλέον τις ίδιες παροχές με τους άλλους ασφαλισμένους, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών καταβάλλει την κατώτατη εισφορά.
- Το κόστος παραγωγής ήταν και παραμένει “αγκάθι” για την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα, ενώ οι παραγωγοί καλούνται να είναι ανταγωνιστικοί για την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών στις αγορές. Υπάρχει μέχρι σήμερα ουσιαστική μείωση του κόστους για τους αγρότες και ποιος είναι ο σχεδιασμός στην κατεύθυνση της περαιτέρω περιστολής του;
Δεν υπάρχει χώρα του αναπτυγμένου κόσμου, με «σκληρό» νόμισμα, που να μην αντιμετωπίζει πρόβλημα κόστους παραγωγής. Η ανταγωνιστικότητα, όμως, των ελληνικών προϊόντων επιβραβεύεται καθημερινά στον στίβο των εξαγωγών, οι οποίες αυξάνονται συνεχώς. Κι αυτό όχι επειδή είναι «φτηνά» ή έχουν μικρό κόστος παραγωγής, αλλά επειδή είναι ποιοτικά. Η συζήτηση για το κόστος παραγωγής τίθεται σε λάθος βάση όταν μιλάμε για διατροφικά προϊόντα. Σίγουρα, υπάρχουν τρόποι να μειωθεί το κόστος παραγωγής χωρίς να αφανιστούν οι μικρές εκμεταλλεύσεις και ο βασικότερος είναι η οργάνωσή τους σε συνεταιρισμούς και ομάδες. Μειώσαμε το κόστος του ρεύματος, εκσυγχρονίζουμε τα αρδευτικά δίκτυα, προχωράμε σε πολιτικές που θα έχουν αποτελέσματα, αλλά χρειάζεται χρόνος. Δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη να αποδώσουν όλα τα μέτρα.
- Σε αυτό το πλαίσιο, έχετε πολλές φορές τονίσει τη σημασία του συνεταιριστικού κινήματος και την ανάγκη δημιουργίας υγιώς διαχειριζόμενων συνεταιρισμών και συλλογικών σχημάτων με πολλαπλά οφέλη τόσο για το εισόδημα των παραγωγών όσο και για την παραγωγή προϊόντων αξιοποιώντας συνολικά την προστιθέμενη αξία τους. Θεωρείτε πώς έχουν γίνει βήματα για την ενίσχυση του σημαντικού αυτού θεσμού; Πώς αποτιμάτε σήμερα τη λειτουργία των συνεταιρισμών;
Με τον νόμο του 2016 της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δόθηκε η ευκαιρία στους γεωργικούς συνεταιρισμούς να εξυγιάνουν τα οικονομικά τους και όσοι δεν τα κατάφεραν. Όλο το προηγούμενο διάστημα και μέχρι τώρα εκκαθαρίζουμε το μητρώο των υγιών συνεταιρισμών, ώστε να αξιοποιηθεί η περιουσία των ανενεργών οργανώσεων από νέα, υγιή σχήματα.
Μετά από αυτή την ουσιαστική επανεκκίνηση του συνεταιριστικού κινήματος, η λειτουργία των οργανώσεων μπήκε σε νέες, υγιείς βάσεις και μπορούμε να πούμε ότι προχωράμε στο επόμενο βήμα, που είναι η ξεκάθαρη εκπροσώπησή τους τόσο απέναντι στην Πολιτεία όσο και διεθνώς. Οι εκλογές μάς πρόλαβαν, αλλά, με την προϋπόθεση ότι ο λαός θα ανανεώσει την εντολή του προς τον ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε σκοπό να ολοκληρώσουμε το νομοθετικό μας έργο για την εκπροσώπηση του αγροτικού και συνεταιριστικού κλάδου.
Να προσθέσω ότι όλο το προηγούμενο διάστημα είμαστε σε συνεχείς επαφές με τις τράπεζες και τον ειδικό εκκαθαριστή PQH, προκειμένου να εξασφαλίσουμε όσο το δυνατόν πιο βιώσιμες ρυθμίσεις και «κουρέματα» στο χρέος των παραγωγικών συνεταιρισμών, που έχουν τη δυνατότητα να ορθοποδήσουν.
- Το θέμα της ρευστότητας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων απασχολεί ιδιαίτερα τους παραγωγούς και κυρίως μετά την… απώλεια της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος με τους γνωστούς χειρισμούς των προηγούμενων κυβερνήσεων. Πιστεύετε ότι έχουν γίνει αρκετά σε αυτό το επίπεδο; Υπάρχει χώρος για ένα νέο “στήριγμα” με αναπτυξιακή προοπτική του αγροτικού κόσμου;
Υπάρχει άφθονος χώρος για μια νέα αναπτυξιακή τράπεζα. Χρειάζεται η σωστή συγκρότησή της και η θωράκισή της από λάθη του παρελθόντος που μας οδήγησαν στα λεγόμενα «θαλασσοδάνεια». Και γι’ αυτό απαιτείται χρόνος και ολοκληρωμένο θεσμικό πλαίσιο. Δεν μπόρεσε η σημερινή κυβέρνηση να ολοκληρώσει αυτό το τόσο σημαντικό έργο, αλλά δεσμεύεται ότι εφόσον βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας μετά τις επόμενες εκλογές, θα είναι από τα πρώτα αναπτυξιακά έργα που θα υλοποιήσει. Προς αυτή την κατεύθυνση, το ΥΠΑΑΤ συνεργάζεται στενά σε αυτή τη φάση με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, προκειμένου να δημιουργήσει μια δέσμη χρηματοδοτικών εργαλείων για τους αγρότες, την οποία θα μπορούν να παρέχουν τους επόμενους μήνες οι εμπορικές τράπεζες με χαμηλό επιδοτούμενο επιτόκιο.
- Στο πεδίο των, ομολογουμένως, σκληρών διαπραγματεύσεων για τη νέα ΚΑΠ της περιόδου μετά το 2020, κάποιες “μάχες” κερδίζονται κι άλλες είναι πιθανό να χαθούν. Πώς αξιολογείτε τις μέχρι σήμερα εξελίξεις και πόσο αισιόδοξος είστε για την επόμενη μέρα των Ελλήνων αγροτών στην Ε.Ε.; Θα υπάρξουν τελικά σοβαρές απώλειες στο αγροτικό εισόδημα μετά το 2020;
Η στρατηγική μας είναι η δημιουργία συμμαχιών. Ήδη αυτή η στρατηγική έχει αποδώσει καρπούς, όπως στην -μέχρι σήμερα- απόκρουση της «εξωτερικής σύγκλισης» και τη μετατόπιση της ατζέντας στην ενίσχυση των «μικρών εκμεταλλεύσεων», θέση που βρίσκει πολιτικούς συμμάχους, αλλά και θεσμικούς.
Στο θέμα της ανάγκης επαρκούς χρηματοδότησης της ΚΑΠ έχει αναφερθεί ήδη και ο πρωθυπουργός της χώρας, προτείνοντας και συγκεκριμένους τρόπους χρηματοδότησης. Είναι, εξάλλου, το μεγάλο ζητούμενο, ώστε να απομακρυνθούν πιθανά σενάρια «εθνικοποίησης» της ΚΑΠ ή μείωσης της χρηματοδότησης.
- Υπήρξαν ορισμένες θεσμικές παρεμβάσεις για την καλύτερη αντιμετώπιση των παραγωγών στις αγορές (π.χ. οι υποχρεωτικές πληρωμές εντός 60 ημερών), ενώ ταυτόχρονα καταγράφονται τα φαινόμενα των “ανοιχτών” τιμών (όπως στο βαμβάκι), των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών σε ορισμένα προϊόντα (όπως στο γάλα), της δράσης διαφόρων “μεσαζόντων”, αλλά και της νοθείας και των “ελληνοποιήσεων” ακόμα και εμβληματικών εθνικών προϊόντων. Δεδομένου ότι η τάση για την εξασφάλιση του αγροτικού εισοδήματος είναι η στροφή στην αγορά -μια αγορά ελεύθερη και παγκοσμιοποιημένη-, ποιες δυνατότητες υπάρχουν για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των παραγωγών και των ελληνικών αγροτικών προϊόντων;
Τώρα αρχίζουν να φαίνονται τα πρώτα αποτελέσματα από το νέο θεσμικό πλαίσιο και την ψηφιακή πλατφόρμα που δημιουργήσαμε εκ του μηδενός για την εξόφληση των παραγωγών νωπών προϊόντων μέσα σε 60 μέρες. Επίσης, τώρα φαίνονται τα πρώτα αποτελέσματα από την πολιτική των αυστηρών ελέγχων που εφαρμόσαμε μετά τη δημοσίευση της ΚΥΑ για τα μέτρα ελέγχου στην αγορά γάλακτος, καθώς και την τροποποίηση της αντίστοιχης ΚΥΑ για τους ελέγχους στο κρέας. Στο βαμβάκι θελήσαμε να δώσουμε ένα μήνυμα προς τη Διεπαγγελματική, προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματική στο θέμα της αντιμετώπισης των «ανοιχτών τιμών», καθώς το κράτος, όπως σωστά αναφέρετε, δεν μπορεί να παρέμβει στην αγορά. Δίνουμε μάχη με τον χρόνο, προκειμένου να ολοκληρώσουμε τη νέα Υπουργική Απόφαση για τη λειτουργία των διεπαγγελματικών οργανώσεων, έτσι ώστε να προστατεύσουμε τους παραγωγούς από τέτοιες πρακτικές. Αντίστοιχα, πιστεύουμε ότι θα βελτιωθεί με αυτό τον τρόπο η κατάσταση και στον τομέα της φέτας, με την ίδρυση διεπαγγελματικής οργάνωσης, αλλά και σε άλλα προϊόντα, που αυτή τη στιγμή έχουν προβλήματα.
- Πριν τις ευρωεκλογές θέσατε το ερώτημα “θέλουμε παραγωγή τροφής στην Ευρώπη ή όχι;” αναφερόμενος στις δύο τάσεις που κυριαρχούν στην Ε.Ε., τη νεοφιλελεύθερη – συντηρητική και την προοδευτική, σε σχέση με την αντιμετώπιση του αγρότη στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής. Πόσο επηρεάζεται ο αγροτικός τομέας από τις αλλαγές αυτές αλλά και κατά πόσο συμβάλλει στην επιδείνωσή τους και ποιες πολιτικές πρέπει να ακολουθηθούν για την επίτευξη μιας ισόρροπης και δίκαιης ανάπτυξης στις νέες συνθήκες;
Οι δυο τάσεις που κυριαρχούν στην Ε.Ε. είναι θέμα φιλοσοφίας και δεν αφορούν μόνο την κλιματική αλλαγή, στην οποία αναφέρθηκα πριν από λίγες εβδομάδες. Θέλουμε ποσότητα ή ποιότητα; Θέλουμε διατροφικά αγροτικά προϊόντα ή βιομηχανικά (για βιοκαύσιμο κ.λπ.); Θέλουμε μεγάλες μηχανοποιημένες εκμεταλλεύσεις, χωρίς εργάτες, ή μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις;
Οι πολιτικές που πρέπει να ακολουθήσει η Ε.Ε., κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να προστατεύουν τους μικρούς και τους μεσαίους αγρότες από τον «στραγγαλισμό». Να προστατεύουν τους καταναλωτές από την ασυδοσία των βιομηχανιών. Έτσι, θα υπάρξει ισόρροπη και δίκαιη ανάπτυξη και θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας στην ύπαιθρο, αντί για την εγκατάλειψη και τη μηχανοποίηση.