Την ελπίδα πως “ο ΣΥΡΙΖΑ μετά από μια μεγάλη περίοδο εσωστρέφειας θα μπορέσει να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη της προσπάθειας για τη σύγκλιση των προοδευτικών δυνάμεων μέσα από τη διαδικασία εκλογής νέου προέδρου”, εξέφρασε ο πρώην Βουλευτής Ροδόπης του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και μέλος της Κ.Ε. του κόμματος, Δημήτρης Χαρίτου, μιλώντας στο “Ράδιο Παρατηρητής”.
“Απαραίτητη η νηφαλιότητα και η σύνεση”
“Δεν ήταν καθόλου ευχάριστο τα όσα έζησε κανείς στη διήμερη συνεδρίαση της Κ.Ε., αλλά ούτε εκπέμψαμε και την καλύτερη εικόνα στην κοινωνία”, σημείωσε ο κ. Χαρίτου, τονίζοντας πως “κατά τη συνεδρίαση έγινε μια πολύ εξαντλητική με βασανιστικό τρόπο συζήτηση, στη βάση του καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ”. Θεωρεί, μάλιστα, πως “αν υπήρχε μια μεγαλύτερη ωριμότητα και ένα αίσθημα πολιτικής ευθύνης” από τον τέως πλέον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, “ώστε να οδηγηθεί συντεταγμένα το κόμμα στις κάλπες για να δώσει διέξοδο στην κρίση που είχε δημιουργηθεί, όπως έγινε και σε άλλα κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ, ενδεχομένως δεν θα είχαμε αυτή την πρωτόγνωρη αμφισβήτηση που κατέληξε στην υπερψήφιση της πρότασης μομφής”. “Στη νέα πραγματικότητα που ξημέρωσε”, τόνισε, “χρειάζεται με πολύ νηφαλιότητα, σύνεση, συζήτηση για τα πολιτικά διακυβεύματα, χωρίς περιχαρακώσεις και φανατισμούς, να προχωρήσουμε συντεταγμένα ως ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.”.
“Διχασμός αντί για σύγκλιση”
Ο κ. Χαρίτου από την πρώτη στιγμή στις προηγούμενες εσωκομματικές εκλογές είχε στηρίξει τον κ. Κασσελάκη, ενώ μάλιστα ήταν ανάμεσα στα τριάντα μέλη που υπέγραψαν για την υποψηφιότητά του. Αλλά και μετά την εκλογή του, σε όλες τις μετέπειτα συνεδριάσεις της Κ.Ε. που προέκυψαν, και στις διασπάσεις του χώρου, μέχρι και στην τελευταία που έγινε για την εκτίμηση του αποτελέσματος των ευρωεκλογών, είχε πάρει σαφή θέση και στήριξε τις επιλογές της ηγεσίας. Όμως δεν στοιχήθηκε και δεν συντάχθηκε, ούτε πίσω από ομάδες ούτε πίσω από κείμενα και υπογραφές. Γι’ αυτό και με αίσθημα πολιτικής ευθύνης και με απόλυτα πολιτικά κριτήρια, χωρίς συναισθηματισμούς, έκανε μια επιλογή που κατά τη γνώμη του είναι χρήσιμη για τον κόμμα αλλά και για την ίδια την κοινωνία και τη χώρα. “Έχω πειστεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής τον Στέφανο Κασσελάκη δεν μπορεί να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Δεξιάς και του κ. Μητσοτάκη. Δεν θέλει ή δεν μπορεί να υπηρετήσει ομόφωνες σχεδόν αποφάσεις μας για την αναγκαιότητα της συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων”, ανέφερε, και πρόσθεσε: “Αντίθετα, το αίτημα που έχει η ίδια η κοινωνία για συμπόρευση όλων των δημοκρατικών, προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων, ο τέως πρόεδρος την εμφανίζει ως μια επιλογή της διαπλοκής, ως μια νεφελώδη κεντροαριστερά που πάει να φυτευτεί. Και αντί να ενώνει, ως όφειλε, με την ιδιότητά του ως πρόεδρος που κρατά το τιμόνι του πλοίου, διαρκώς δημιουργεί νέους εσωτερικούς εχθρούς με αποτέλεσμα να διαιρείται, να διχάζεται, να μικραίνει ουσιαστικά ο χώρος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος όταν χρειάστηκε κράτησε τη χώρα όρθια βγάζοντάς την από τα μνημόνια και την κρίση με αξιοπρέπεια για όλους”. Αυτά βάραιναν για τις επιλογές που έκανε ο ίδιος και τελικά η πλειοψηφία της Κ.Ε., που θεωρεί πως “εξωθήθηκε σε αυτή την πραγματικά ακραία στάση να αμφισβητείται εκλεγμένος πρόεδρος. Όμως για αυτό υπάρχουν οι προβλέψεις του καταστατικού του κόμματος, ώστε να μπορεί να προστατευτεί ο χώρος και να συνεχίσει την πορεία του”.
“Χρειάζεται ουσιαστική πολιτική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ”
Άποψή του είναι πως θα πρέπει να γίνει ουσιαστική πολιτική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία για το έκτακτο συνέδριο και όχι μόνο ονόματα ανάμεσα στα οποία θα κληθούν να επιλέξουν. “Πώς θέλουμε αυτή τη χώρα; Ποιο παραγωγικό μοντέλο θέλουμε; Πώς μπορεί να προχωρήσει η βιώσιμη, δίκαιη ανάπτυξη; Πώς θα θωρακιστεί το κοινωνικό κράτος; Πώς θα κάνουμε τη χώρα μας πιο ισχυρή από τις απειλές που δέχεται; Αυτά είναι τα μεγάλα θέματα”, τόνισε και συμπλήρωσε πως “χρειάζεται ένα σχέδιο το οποίο πρέπει να κατατεθεί στην κοινωνία, να απευθυνθεί στις κοινωνικές και στις άλλες πολιτικές δυνάμεις ζητώντας τη συνεργασία για να δώσουν πειστική πολιτική διέξοδο, να εμπνεύσουν ξανά την κοινωνία, για να της δώσουν προοπτική και ελπίδα. Παράλληλα, ένα κόμμα πιο σύγχρονο, πιο ανανεωμένο, σε όλα, σε δομές και πρόσωπα, ικανό να υπηρετήσει αυτό το σχέδιο. Σε αυτά θα πρέπει να δεσμευτούν όλα τα πρόσωπα που θέλουν να καταθέσουν υποψηφιότητες ή να ηγηθούν της προσπάθειας, ώστε να διαμορφωθεί η επόμενη μέρα σε πιο στέρεο έδαφος.
“Ευρύτερες συναινέσεις και πολιτική καταλλαγής”
Εκτιμά, δε, πως οι διεργασίες που θα γίνουν το επόμενο διάστημα θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου ώστε να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ πιο συντεταγμένα και συλλογικά να προχωρήσει στο επόμενο διάστημα. Και επισημαίνει με έμφαση: “Αυτό άλλωστε έχει ανάγκη η κοινωνία, κάτι που φάνηκε και στη ΔΕΘ, με μια κυβέρνηση και έναν πρωθυπουργό που επιμένει στα ίδια που έχουν οδηγήσει την κοινωνία σε αδιέξοδο και σε απελπισία. Πρέπει να συζητήσουμε και να δούμε και εμείς πώς θα διατυπώσουμε ένα σχέδιο για την επόμενη μέρα ώστε πράγματι να δώσουμε προοπτική και ελπίδα στον τόπο μιας και το 2027, όταν θα κριθεί ο κ. Μητσοτάκης, η Ελλάδα θα είναι ακόμα περισσότερο αποδυναμωμένη παραγωγικά και οικονομικά, με γιγάντιο δημόσιο χρέος, με μια εξουθενωμένη κοινωνία με μεγαλύτερες ανισότητες και αδύναμη εθνικά από την πολιτική της μυστικής διπλωματίας που ακολουθεί στα εξωτερικά θέματα η σημερινή κυβέρνηση”. Γι’ αυτό κι ο ίδιος πιστεύει στην “ανάγκη ανασύνταξης του προοδευτικού χώρου συνολικά, ώστε να υπάρξει μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση που θα αμφισβητήσει την κυριαρχία Μητσοτάκη. Χρειάζονται ευρύτερες συναινέσεις και ένα κλίμα καταλλαγής ώστε να γίνει σοβαρή πολιτική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ χωρίς φανατισμούς, χωρίς περιχαρακώσεις, με μόνο κριτήριο πώς θα υπηρετηθεί η ιστορική αναγκαιότητα της ύπαρξης και συνέχειας αυτού του χώρου, δείχνοντας την προοπτική την επόμενη μέρα”. Και καταλήγει ο κ. Χαρίτου: “Είμαι αισιόδοξος ότι μπορούμε να βρούμε διέξοδο, ότι θα πρυτανεύσει η λογική και θα συμβάλουν όλοι με σοβαρότητα, με ευθύνη, για να μπορέσει πράγματι ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναβρεί τον βηματισμό του ώστε να ανταποκριθεί όχι μόνο στον ρόλο που του έχει αναθέσει αυτή τη στιγμή ως αξιωματική αντιπολίτευση η κοινωνία, αλλά και σε γενικότερο ρόλο ως ένα κόμμα της σύγχρονης δημοκρατικής ευρωπαϊκής αριστεράς”.