Το Ευαγγέλιο της Κυριακής Μετά τα Φώτα – Κατά Ματθ. Δ’ 12-17
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀκούσας ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ, τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἠσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· «Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει φῶς εἶδεν μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· Μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Απόδοση στη νεοελληνική
Εκεῖνον τόν καιρό, ὃταν ἔμαθε ὁ Ἰησοῦς πώς συνέλαβαν τόν Ἰωάννη, ἔφυγε γιά τή Γαλιλαία, εγκαταλείποντας τή Ναζαρέτ, καί πῆγε κι ἔμεινε στήν Καπερναούμ, πόλη πού βρίσκεται στίς ὄχθες τῆς λίμνης στήν περιοχή τῶν φυλῶν Ζαβουλῶν καί Νεφθαλείμ. Ἔτσι πραγματοποιήθηκε ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα πού λέει: Ἡ χώρα τοῦ Ζαβουλῶν καί ἡ χώρα τοῦ Νεφθαλείμ, ἐκεῖ πού ὁ δρόμος πάει γιά τή θάλασσα καί πέρα ἀπό τόν Ἰορδάνη, ἡ Γαλιλαία, πού τήν κατοικοῦν εἰδωλολάτρες, ἐκεῖ αὐτοί πού κατοικοῦνε στό σκοτάδι εἶδαν φῶς δυνατό. Καί γιά ὅσους μένουν στή χώρα πού τή σκιάζει ὁ θάνατος, ἀνέτειλε ἕνα φῶς γιά χάρη τους. Ἀπό τότε ἄρχισε κι ὁ Ἰησοῦς νά κηρύττει καί νά λέει: «Μετανοεῖτε γιατί ἔφτασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ».
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
Κυριακή μεθέορτος τῶν ἁγίων Θεοφανείων σήμερα· μιᾶς ἑορτῆς, ἡ χάρη τῆς ὁποίας εἶναι, θά λέγαμε, τόσο πνευματική, ὅπως ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ὅσο καί πρακτική, ὅπως ἡ ροή ἑνός ποταμοῦ σέ μία κατηφορική κοιλάδα. Ὁ ποταμός Ἰορδάνης ἄλλωστε πρωταγωνιστεῖ ποικιλότροπα καί διδακτικά στήν ὑπόθεση, τή θεολογία καί τήν εἰκονογραφία τῆς συγκεκριμένης ἑορτῆς καί περιόδου.
Φῶς πνευματικό
Ἀκούσαμε λοιπόν κατά τή σημερινή μεθέορτο Κυριακή, τήν εὐαγγελική περικοπή πού μέ σοφία ἔχει ἐπιλεγεῖ, καί πληροφορηθήκαμε ἀπό τή θεόπνευστη γραφίδα τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ματθαίου τήν ἐκπλήρωση τῶν προφητειῶν, καί μάλιστα ἐκείνων τοῦ μεγάλου προφήτου Ἠσαΐου, τοῦ μεγαλοφωνοτάτου τῶν Προφητῶν, τοῦ πέμπτου τῶν ἱερῶν Εὐαγγελιστῶν ὅπως οἱ Άγιοι Πατέρες τόν χαρακτηρίζουν: Ἀκούσαμε ὅτι στή χώρα τῆς φυλῆς Ζαβουλών καί στή χώρα τῆς φυλῆς Νεφθαλείμ πού ἐκτείνεται πλησίον τῆς θάλασσας καί πέρα ἀπό τόν Ἰορδάνη, πρός τά ἀνατολικά μέρη αὐτοῦ, στή Γαλιλαία, ὅπου κατοικοῦν πολλοί ἐθνικοί, ὁ λαός ἐκεῖνος πού καθόταν δέσμιος καί ἀκίνητος στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης καί τῆς ἀσέβειας, εἶδε φῶς μέγα πνευματικό· γιά τόν λαό πού καθόταν στή χώρα ἐκείνη τήν ὁποία σκίαζε προηγουμένως τό πυκνό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου, ἔλαμψε οὐράνιο φῶς.
Τό ἄνοιγμα τῆς πατρικῆς ἀγκαλιᾶς
Παγκόσμιο τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, ὑπεράνω φυλετικῶν, ἐθνικῶν, γλωσσικῶν ἤ ἄλλων διακρίσεων πού ἔθεταν καί θέτουν οἱ ἄνθρωποι γιά νά ἐνισχύσουν τόν ἐγωισμό, τό θέλημα καί τά πάθη τους, ἀρνούμενοι ἐμμονικά νά συναντηθοῦν, νά συγχωρηθοῦν, νά ἀγαπηθοῦν, νά μονοιάσουν. Ἡ πρόθεση ὅμως τοῦ φιλόστοργου πατέρα καί γενναιόδωρου οἰκοδεσπότη τῆς βασιλείας, δέν γνωρίζει ἐξαιρέσεις, ἀλλά ἡ ἀγαθή του πατρική καρδιά «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν».
Πρό ὀλίγων ἡμερῶν, «ὁ συνάναρχος Λόγος Πατρί καί Πνεύματι» ἔλαβε ἀρχή, καί «δι’ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» ἔγινε ἄνθρωπος· δέχθηκε τό βάπτισμα ὁ ἀναμάρτητος, ἔκυψε τόν αὐχένα στό πλάσμα του ὁ Δεσπότης καί Βασιλέας τῆς κτίσεως, γιά νά ἀνοίξει τόν δρόμο τοῦ καθαρμοῦ, τοῦ ἁγιασμοῦ, τῆς κατά χάριν θεώσεως, τῆς λυτρώσεως ἀπό τά δεσμά τοῦ Ἅδου, τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου, στόν φέροντα «μέγα τραῦμα», στόν ἄνθρωπο.
Τό θεῖο κάλεσμα
Ὁ Χριστός μετά τά συγκλονιστικά γεγονότα τῆς Θεοφανείας του στόν Ἰορδάνη, περνᾶ στήν περίπου τριετή δημόσια δράση του, τό κήρυγμα, τή θαυματουργία, τόν ἔλεγχο τῆς ἁμαρτίας, τήν ἑρμηνεία τῶν Γραφῶν, πού θά κορυφωθεῖ μέ τή Μεταμόρφωσή του στό Θαβώρ, τήν παράδοση τῶν φρικτῶν μυστηρίων στό ὑπερῶο τή Μεγάλη Πέμπτη, τόν Σταυρό, τήν Ταφή, τήν Ἀνάσταση καί τήν Ἀνάληψή του, καί ἀκόμη μέ τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατά τήν Πεντηκοστή, τό ὁποῖο ἔκτοτε «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας» διαχέοντας τά νάματα τῆς σωτηρίας σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό ἅγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, παρατεινομένου στούς αἰῶνες, σῶμα τοῦ ὁποίου μποροῦμε ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ ἄνθρωποι νά γίνουμε μέ ἐλευθερία «μέλη ἐκ μέρους», ὅταν πιστεύοντες καί βαπτιζόμενοι εἰσερχόμαστε σέ αὐτό, ποθώντας τή σωτηρία. Μέσα στό ἅγιο ποτήριο τῆς Καινῆς Διαθήκης χωροῦν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος, τά τάγματα τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, οἱ ψυχές τῶν ἀπ’ αἰῶνος νεκρῶν καί ὅλων τῶν ζώντων, πλουσίων καί πτωχῶν, μορφωμένων καί ἀγραμμάτων, Ἰουδαίων καί Ἑλλήνων, ἁμαρτωλῶν μεταποιουμένων διά τῆς μετανοίας. Εἴμαστε ὅλοι προσκεκλημένοι στό μέγα δεῖπνο τῆς βασιλείας, ὅλοι προορισμένοι νά γευόμαστε ἀπό τοῦτο τόν κόσμο τόν ἀνεξάντλητο πλοῦτο τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου. Ἄς συνειδητοποιήσουμε λοιπόν, ἀδελφοί, τήν εὐθύνη τῆς μεγάλης δωρεᾶς καί τήν πνευματική ἀξία τῆς βασιλείας πού ἀνοίγει ἡ Ἐκκλησία μπροστά μας, ποθώντας τά κάλλη καί τίς ὀμορφιές της, εἰρηνεύοντας «ἐν ἀγάπῃ» μέ τούς ἀδελφούς μας, συμμετέχοντας στά ἱερά μυστήρια, μελετώντας, καί πολύ περισσότερο, ἐφαρμόζοντας τό ἅγιο θέλημα τοῦ καλοῦ μας Θεοῦ, πού εἶναι ἤδη ἀπό τήν παρούσα ζωή, πρόγευση Παραδείσου.
ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
από την Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας & Κομοτηνής
Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ποὺ πρὶν ἀπὸ λίγες μέρες γιορτάσαμε, ἀποτελεῖ τὴν ἀνατολὴ τοῦ Ἠλίου τῆς δικαιοσύνης καὶ σημαίνει τὴν ἀπαρχὴ ὑπαρξιακοῦ καὶ σωστικοῦ διαλόγου τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ σκοτάδι τοῦ μίσους καὶ τῆς καταστροφῆς καὶ νὰ ἀντικρύσει τὸ φῶς τῆς Θείας ἀγάπης.
Μετὰ τὴ λυτρωτικὴ αὐτὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, προβάλλει ἀσφαλῶς κάποιο χρέος γιὰ τὸν Άνθρωπο. Ποιό εἶναι τὸ χρέος αὐτὸ, μᾶς τὸ διακηρύττει ὁ Χριστὸς στὰ πρῶτα λόγια ποὺ πρόφερε ὅταν ἄρχισε τὸ λυτρωτικὸ ἔργο του ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ποὺ τὸ συνοψίζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὴν ἀκόλουθη φράση τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς: «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Τί εἶναι ὅμως ἡ μετάνοια, ἔτσι ὅπως τὴν διακηρύττει ὁ Χριστός; Εἶναι ἁπλῶς ἡ ἀλλαγὴ σκέψεων, ἢ ἡ ἀλλαγὴ τρόπου ζωῆς; Εἶναι ὁ αὐτοέλεγχος καὶ ἡ αὐτοκριτική ὅπως τὴ σύστησαν πολλοὶ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι; Ἡ μετάνοια γιὰ τὸν Χριστό εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅλα αὐτά. Ὁ φόβος τοῦ θανάτου δημιούργησε μέσα στὸν Άνθρωπο τὴν ἐπιθυμία γιὰ διασφάλιση τοῦ ἐγώ του, τὴ δίψα γιὰ ζωὴ καὶ γιὰ ἐπιτυχία. Ὅλα αὐτὰ εὐνόησαν τὸν ἀνθρωποκεντρισμὸ τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου. Ἡ μετάνοια σημαίνει ἀπάρνηση τοῦ ἐγὼ μὲ ὅλους τοὺς μηχανισμοὺς ποὺ δημιούργησε γιὰ νὰ κρατηθεῖ στὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀποφύγει τὴ σκέψη τοῦ θανάτου, σημαίνει ἐπιστροφὴ στὸν Θεό.
Ἡ αὐτοκριτικὴ εἶναι τὸ πρῶτο σκαλοπάτι· στόχος τελικὸς, ἡ ἐπιστροφὴ στὸν Θεὸ καὶ στὴν ἐναρμόνιση τῆς ζωῆς μας μὲ τὸ Θεῖο θέλημά Του ἔτσι ὅπως μᾶς ἀποκαλύφθηκε μέσα στὴν ἱστορία διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀποτέλεσμα, ἡ ἀλλαγὴ τοῦ τρόπου ζωῆς, ἡ ἀλλαγὴ πορείας, ποὺ θὰ ἔχει κατεύθυνση καὶ κέντρο ὄχι τὸ ἐγώ, ἀλλὰ τὸν Θεό.
Στὸ πρῶτο κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀνάγκη τῆς μετανοίας προσδιορίζεται καί ἀπὸ κάποια ἄλλη πραγματικότητα: ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι «ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Οἱ ἄνθρωποι προτρέπονται καὶ καλοῦνται νὰ μετανοήσουν, ὄχι γιὰ νὰ ἔλθει ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιατὶ ἤδη ἦλθε. Ἔτσι, ἡ μετάνοια παρουσιάζεται ἐδῶ σάν ἡ ἀπάντηση τοῦ Ανθρώπου στή λύτρωση πού τοῦ προσφέρει ὁ Θεός.
Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν προδιορίζεται χρονικά ἤ τοπικά, εἶναι μιά νέα δυνατότητα γιά τόν Άνθρωπο, ἕνας νέος τρόπος ζωῆς, πού κυριαρχεῖται ὄχι ἀπό το μίσος ἀλλά ἀπό τήν ἀγάπη, ὄχι ἀπό τήν ἐπικράτηση τοῦ ἐγώ ἀλλά ἀπό τή νέκρωση του, ὄχι ἀπό τόν φόβο τοῦ θανάτου ἀλλά ἀπό τήν ἐλπίδα τῆς Αναστάσεως.