Συνθήκη των Σεβρών: Η οριστική «ταφόπλακα» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η τελική συνθήκη ειρήνης ανάμεσα στη σουλτανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης και τους συμμάχους της Αντάντ, υπογράφεται στις 10 Αυγούστου σε μια αίθουσα του δημαρχείου των Σεβρών, κοντά στο Παρίσι.
Την Ελλάδα εκπροσωπούν (και υπογράφουν) ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Έλληνας πρεσβευτής στο Παρίσι Άθως Ρωμανός.
Η συνθήκη, γενικά, είναι άκρως καταδικαστική για την Τουρκία, που ουσιαστικά διαλύεται και χάνει τα αραβικά της εδάφη, την Ανατολική Θράκη και μεγάλες περιοχές της δυτικής, της βόρειας και της νότιας Μικράς Ασίας.
Η Ελλάδα κατοχύρωνε επισήμως την κατοχή της Δυτικής Θράκης και παράλληλα ενσωμάτωνε και την Ανατολική, μέχρι περίπου την Κωνσταντινούπολη – η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά περνούσαν σε καθεστώς διεθνούς ελέγχου. Ακόμα, η Ελλάδα έπαιρνε τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο και επισημοποιούσε την παρουσία της στην περιοχή της Σμύρνης και στην ενδοχώρα της (που βρίσκονταν ήδη υπό ελληνικό έλεγχο, από τον Μάιο του 1919). Το καθεστώς της ελληνικής κατοχής της Σμύρνης ήταν ιδιόμορφο και είχε πενταετή διάρκεια. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, οι κάτοικοι θα αποφάσιζαν ελεύθερα με δημοψήφισμα για την ενσωμάτωση της όλης περιοχής στην Ελλάδα. Επίσης η Ελλάδα εξασφάλιζε τα Δωδεκάνησα – πλην της Ρόδου και του Καστελόριζου (με ιδιαίτερη ελληνοϊταλική συμφωνία) -, και την Κύπρο (υπήρχε σχετική βρετανική υπόσχεση), ενώ συνεχίζονταν οι διαβουλεύσεις και για τη Βόρειο Ήπειρο.
Η υπογραφή της Συνθήκης βρήκε την Τουρκία σε κατάσταση αναστάτωσης. Η σουλτανική κυβέρνηση είχε χάσει πλέον ολοκληρωτικά το κύρος της και ουσιαστικά η εξουσία της περιοριζόταν στην Κωνσταντινούπολη και σε περιοχές ελεγχόμενες από τους συμμάχους. Πραγματικός κυρίαρχος των εξελίξεων ήταν πλέον ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος είχε ξεκινήσει το κίνημα αντίστασης εναντίον των Ελλήνων και είχε επιβάλει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο με τα εθνικά συνέδρια του Ερζερούμ και της Σεβάστειας (Αύγουστος – Σεπτέμβριος του 1919), και αργότερα με τη σύγκληση της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης στην Άγκυρα (Μάρτιος 1920). Για τον Τούρκο ηγέτη και τους οπαδούς του η Συνθήκη των Σεβρών δεν ήταν παρά ένα «κουρελόχαρτο» που θα ακυρωνόταν στην πράξη με την ένοπλη αντίσταση του τουρκικού λαού εναντίον των ξένων εισβολέων. Κύριος στόχος ήταν φυσικά οι Έλληνες, και δευτερεύοντες, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί και οι Άγγλοι, με τους οποίους θα μπορούσε να γίνει (όπως κι έγινε) τελικός συμβιβασμός. Στο πλευρό του φαινόταν να βρίσκεται και το νεαρό σοβιετικό καθεστώς της Ρωσίας, το οποίο είχε κάθε λόγο να αντιπαρατίθεται στην Αντάντ αλλά και ειδικά στην Ελλάδα (που είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία της Ουκρανίας του 1919 εναντίον των μπολσεβίκων).
Οι εκλογές που ακολούθησαν στην Ελλάδα και η ήττα του Βενιζέλου ήταν και το πρόσχημα των Συμμάχων να εγκαταλείψουν την Ελλάδα αφού θεωρούσαν τον Κωνσταντίνο φιλογερμανό και ενάντια στα συμφέροντά τους.
Ο Ατατούρκ καταργώντας ουσιαστικά την Συνθήκη των Σεβρών έγινε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης του νέου Τουρκικού κράτους. Οι Νεότουρκοι του Κεμάλ μετέφεραν την πρωτεύουσα τους στην Άγκυρα και όπως φούντωνε το λαϊκό αίσθημα υπέρ τους, οι Σύμμαχοι είδαν ότι αλλάζουν οι ισορροπίες και έτσι η Ελλάδα έμεινε μόνη της και διχασμένη. Ουσιαστικά ο αγώνας των Ελλήνων στην Μικρασία και η εκστρατεία στον Σαγγάριο έγιναν για να πιεστούν στρατιωτικά οι Τούρκοι να υπογράψουν τη συνθήκη. Ο Κεμάλ όμως δεν αναγνώρισε ποτέ την υπογραφή του Σουλτάνου στη Συνθήκη των Σεβρών, και ο αγώνας του όπως και πολλών ηγετικών μορφών του τουρκικού στρατού, ήταν για να μην εφαρμοστεί. Ουσιαστικά ήταν και ο πρώτος αγώνας των Τούρκων με εθνικιστικά χαρακτηριστικά και όχι για την οθωμανική αυτοκρατορία. Έτσι, πολλές γενιές Τούρκων γαλουχήθηκαν με το κλίμα της αδικίας και του διαμελισμού της πατρίδας τους από τους συμμάχους.
Ακολούθησε η τραγική για την Ελλάδα Μικρασιατική Καταστροφή και η υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης στις 24 Ιουλίου 1923 που καταργούσε τη Συνθήκη των Σεβρών και ήταν σαφώς ευνοϊκότερη για το κράτος που είχε ιδρύσει ο Κεμάλ.