– Το Μήνυμα της Κυριακής / του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μαρωνείας και Κομοτηνής, κ.κ. Παντελεήμονος.
Για το μεγαλύτερο γεγονός της αγάπης του Θεού κάνει λόγο η Ευαγγελική περικοπή την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, με τον λιτότερο αλλά συνταρακτικότερο τρόπο. Πάνω στον Σταυρό γράφηκε ανεξίτηλα η μυστική εικόνα της αγάπης του Θεού. Πρόκειται για ένα μέγεθος αγάπης απροσμέτρητο, για ένα δώρο ανυπέρβλητο, για ένα γεγονός που οι συνέπειες του απλώθηκαν σε ασύλληπτες διαστάσεις στο σύμπαν. «Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωσε τον Υιό του τον μονογενή για να μη χαθεί όποιος πιστεύει εις αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνιο».
Κατά καιρούς ορισμένοι ρήτορες παρουσιάζουν έναν Θεό Πατέρα αυστηρό, απαιτητικό, όλο «νόμους» κι απαγορεύσεις, που χρειάσθηκε να εξευμενισθεί με τη σταυρική θυσία του Χριστού για να συγχωρήσει την ανθρωπότητα. Αλλά αυτού του είδους οι νομικίστικες «διευκρινήσεις» δεν συμφωνούν με το πρόσωπο του Θεού που μας το αποκάλυψε ο Χριστός. Ο Θεός είναι αγάπη, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο. Η αγάπη του Πατρός γίνεται αδιάκοπο γεγονός μέσα στην Ιστορία με τη μοναδική προσφορά του Υιού, με τη συνεχή ενέργεια του Αγίου Πνεύματος που μεταγγίζει τη Θεία Χάρη σε κάθε ανθρώπινο πρόσωπο.
Αυτή η αγάπη του Θεού δεν περιορίζεται σ’ έναν λαό, σ’ έναν τόπο. Απλώνεται χωρίς περιορισμούς στον κόσμο, σ’ όλη την κτίση. Αγκαλιάζει ό,τι υπάρχει, δίνοντας ότι έχει. Αγαπά ανεξάρτητα από το αν οι άλλοι είναι άξιοι της αγάπης Του. Αγαπά διότι είναι Αγάπη, και σε αυτήν ακριβώς τη ζωή αγάπης προσκαλεί τους πάντας. Τελικό σκοπός της αγάπης του Πατρός και ολόκληρου του έργου του Χριστού που κορυφώνεται στο Σταυρό, είναι να γίνει ο άνθρωπος μέτοχος μιας άλλης ποιότητος ζωής.
Το υπέροχο αλλά δύσκολο προνόμιο της ελευθερίας προσφέρει στην ανθρώπινη ύπαρξη δύο δυνατότητες: την απώλεια και τη ζωή. Σκοπός του Θεού είναι να χαρίσει στο πλάσμα του ζωή, και μάλιστα την αιώνια.
Στην πρόσκληση για «αιώνιο ζωή» τίθεται μόνο ένας όρος: η πίστη στον Χριστό. Αυτή η πίστη, «πίστη σε μια ανωτέρα δύναμη», δεν είναι αόριστη όπως επικαλούνται κατά καιρούς μερικοί, αλλά πίστη σ’ ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, στο πρόσωπο του Χριστού.
Αλλά το «πας πιστεύων εις αυτόν», δεν περιορίζεται σε μια διανοητική κατάφαση, εκφράζεται με βουλητική προθυμία να ακολουθήσουμε με εμπιστοσύνη το πρότυπο ζωής που Εκείνος ορίζει. Δεν πρόκειαι για μια μηχανική επανάληψη ενός αρχαίου «πιστεύω», αλλά για κάτι ολοζώντανο, σημερινό, για έναν τρόπο ζωής.
Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής ΙΑ´ Ματθαίου (Ματθ. ιη´ 23-35)
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ῾Ωμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ᾿Αρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. Μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. Πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· Κύριε, μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ᾿Εξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. Πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· Μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι. ῾Ο δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον.᾿Ιδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα. Τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· Δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; Καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ Πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν.
Απόδοση στη νεοελληνική
Εἶπε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν παραβολή· ῾Η βασιλεία τῶν οὐρανῶν μοιάζει μ᾿ ἕνα βασιλιά, ποὺ θέλησε νὰ τοῦ ἀποδώσουν λογαριασμὸ οἱ δοῦλοι του. Μόλις ἄρχισε νὰ κάνει τὸν λογαριασμό, τοῦ φέρανε κάποιον ποὺ ὄφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα. ᾿Επειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ τὰ ἐπιστρέψει, ὁ κύριός του διέταξε νὰ πουλήσουν τὸν ἴδιο, τὴ γυναίκα του, τὰ παιδιά του κι ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του καὶ νὰ τοῦ δώσουν τὸ ποσὸ ἀπὸ τὴν πώληση. ῾Ο δοῦλος τότε ἔπεσε στὰ πόδια του, τὸν προσκυνοῦσε κι ἔλεγε· δεῖξε μου μακροθυμία καὶ θὰ σοῦ τὰ δώσω ὅλα τὰ χρέη μου πίσω. Τὸν λυπήθηκε λοιπὸν ὁ κύριός του ἐκεῖνον τὸν δοῦλο καὶ τὸν ἄφησε νὰ φύγει· τοῦ χάρισε μάλιστα καὶ τὸ χρέος. Βγαίνοντας ἔξω ὁ ἴδιος δοῦλος, βρῆκε ἕναν ἀπὸ τοὺς συνδούλους του, ποὺ τοῦ ὄφειλε μόνο ἑκατὸ δηνάρια· τὸν ἔπιασε καὶ τὸν ἔσφιγγε νὰ τὸν πνίξει λέγοντάς του· ξόφλησέ μου αὐτὰ ποὺ μοῦ χρωστᾶς. ῾Ο σύνδουλός του τότε ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακαλοῦσε· δεῖξε μου μακροθυμία, καὶ θὰ σοῦ τὰ ξεπληρώσω. ᾿Εκεῖνος ὅμως δὲν δεχόταν, ἀλλὰ πῆγε καὶ τὸν ἔβαλε στὴ φυλακή, ὥσπου νὰ ξεπληρώσει ὅ,τι τοῦ χρωστοῦσε. ῞Οταν τὸ εἶδαν αὐτὸ οἱ σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, καὶ πῆγαν καὶ διηγήθηκαν στὸν κύριό τους ὅλα ὅσα ἔγιναν. Τότε ὁ κύριος τὸν κάλεσε καὶ τοῦ λέει· κακὲ δοῦλε, σοῦ χάρισα ὅλο ἐκεῖνο τὸ χρέος, ἐπειδὴ μὲ παρακάλεσες· δὲν ἔπρεπε κι ἐσὺ νὰ σπλαχνιστεῖς τὸν σύνδουλό σου, ὅπως κι ἐγὼ σπλαχνίστηκα ἐσένα; Καὶ ὀργισμένος τὸν παρέδωσε στοὺς βασανιστές, ὥσπου νὰ ξεπληρώσει ὅσα τοῦ χρωστοῦσε. ῎Ετσι θὰ κάνει καὶ σ᾿ ἐσᾶς ὁ οὐράνιος Πατέρας μου, ἂν ὁ καθένας σας δὲν συγχωρεῖ τὰ παραπτώματα τοῦ ἀδελφοῦ του μ᾿ ὅλη του τὴν καρδιά.