– του Σεβασμιωτάτου Μητρπολίτη Μαρωνείας & Κομοτηνής, κ.κ. Παντελεήμονος.
Πολλοί άνθρωποι φροντίζουν επιμελώς να προσεγγίζουν πρόσωπα με θέσεις και αξιώματα, τα οποία κάποτε μπορεί να χρειαστούν, και από την άλλη μεριά αποφεύγουν τους ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να τους χρειάζονται.
Η ζωή του Κυρίου υπήρξε μια διαμαρτυρία σ’ αυτή την τακτική, μια επανάσταση για την κλασική λογική της εποχής Του – και της εποχής μας. Την προσοχή Του μαγνήτιζαν οι άνθρωποι που είχαν ανάγκες, οι ταπεινοί, οι πονεμένοι.
Η σημερινή Ευαγγελική περικοπή μας υπενθύμισε ένα από τα περιστατικά που αναφέρονται σ’ αυτή τη στάση του Κυρίου· ανεβαίνοντας για την Ιερουσαλήμ, έπρεπε να περάσει από την Ιεριχώ. Έξω από αυτή την πόλη είχε καθίσει κάποιος τυφλός ζητώντας τη βοήθεια των περαστικών. Σαν άκουσε να διαβαίνει τόσος λαός από ’κει, ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Του είπαν ότι περνάει ο Ιησούς ο Ναζωραίος. Γεμάτος προσδοκία ο τυφλός, τότε, φώναξε: «Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησόν με». Οι γύρω του διαμαρτυρήθηκαν λέγοντάς του να σωπάσει. Αλλά εκείνος, ακόμη ζωηρότερα, συνέχισε: «Υιέ Δαυίδ, ελέησόν με». Ο Ιησούς συνομιλούσε με τους γύρω του και δίδασκε. Αλλά στην κραυγή του τυφλού σταμάτησε. Μπροστά στις άμεσες ανάγκες των ανθρώπων η ομιλία διακόπτεται και αρχίζει η πράξη. Ο Κύριος δεν αγνοεί τον άνθρωπο που του ζητά βοήθεια. Στέκεται, συζητά μαζί του, του δίνει αυτό που χρειάζεται.
Στην πορεία μας στη ζωή, στις διάφορες φάσεις της δουλειάς μας, παρουσιάζονται άνθρωποι με λογιών-λογιών ανάγκες. Άλλοτε η φωνή τους είναι σαφής, άλλοτε η ικεσία τους είναι μυστική, άφωνη από συστολή. Ας μη κλεινόμαστε στις απασχολήσεις μας, στον εαυτό μας. Ας γίνουμε ευαίσθητοι στις ανάγκες των άλλων.
Ο τυφλός επίσης λαχταρούσε να αναβλέψει, γι’ αυτό αμέσως άρπαξε την ευκαιρία που διάβαινε εμπρός του. Με μια επιμονή ζηλευτή. Μ’ ένα πάθος αξιοθαύμαστο.
Οι ευκαιρίες δεν χρονοτριβούν. Η ζωή στις περισσότερες μορφές της παρουσιάζει μια αδιάκοπη ροή. Η ευκαιρία που δεν αξιοποιείται χάνεται. Για κάθε άνθρωπο υπάρχει μια κρίσιμη στιγμή, η ώρα της ζωής του που πρέπει σωστά να τη χρησιμοποιήσει.
Η ιστορία δεν σταματά στο γεγονός ότι ο τυφλός «ανέβλεψεν». Ολοκληρώνεται στο τι έκανε μετά τη δωρεά που έλαβε. Η νέα όραση ζητά από τον άνθρωπο να σηκωθεί, να εγκαταλείψει την ψάθα του επαίτη και να ακολουθήσει τον Ιησού· να γίνει μαθητής Του. Να εγκαταλείψει τον παλιό ρυθμό ζωής, τις παλιές ασχολίες του, τις κακές σχέσεις και δεσμεύσεις του, και να προχωρήσει πίσω από τον Ιησού, σε μια ζωή εσωτερικής ελευθερίας, χαράς και θυσίας.
Εὐαγγέλιον Κυριακής ιδ΄ Λουκᾶ (Λκ. ιη΄ 35-43)
Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ, τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν. Ακούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου, ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. Απήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. Καὶ ἐβόησε λέγων: Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. Καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ, αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν: Υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. Σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς, ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν· ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ, ἐπηρώτησεν αὐτὸν λέγων: Τί σοι θέλεις ποιήσω; Ο δὲ εἶπε: Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω. Καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ: ἀνάβλεψον, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. Καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ.
Ερμηνεία στη νεοελληνική (του Π. Ν. Τρεμπέλα)
Καθώς ὁ Κύριος πλησίαζε στήν Ἱεριχώ, κάποιος τυφλός καθόταν κοντά στό δρόμο καί ζητιάνευε. Ὅταν ὅμως ἄκουσε τόν θόρυβο τοῦ πλήθους πού περνοῦσε, ρώτησε νά μάθει τί νά ἦταν αὐτά πού ἄκουγε. Τοῦ εἶπαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος περνάει ἀπό ἐκεῖ. Τότε ἐκεῖνος ἄρχισε νά φωνάζει δυνατά: Ἰησοῦ, ἔνδοξε ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ πού σέ προανήγγειλαν οἱ προφῆτες, σπλαχνίσου με, ἐλέησέ με. Τότε αὐτοί πού προπορεύονταν τόν μάλωναν καί τόν ἀνάγκαζαν νά σωπάσει, νομίζοντας ὅτι μέ τίς φωνές του θά ἐνοχλοῦνταν ὁ Ἰησοῦς. Αὐτός ὅμως φώναζε πολύ περισσότερο: Ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ, ἐλέησέ με. Ὁ Ἰησοῦς τότε διέκοψε τήν πορεία του καί διέταξε νά τόν φέρουν κοντά του. Κι ὅταν αὐτός πλησίασε, ὁ Κύριος τόν ρώτησε καί τοῦ εἶπε: Τί θέλεις νά σοῦ κάνω; Τότε ὁ τυφλός ἀπάντησε: Κύριε, θέλω νά ἀποκτήσω καί πάλι τό φῶς μου. Καί ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Ἀπόκτησε τό φῶς σου! Ἡ πίστη πού ἔχεις ὅτι εἶμαι ὁ ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ καί ὅτι ἔχω τή δύναμη νά σοῦ δώσω τήν ὑγεία τῶν ματιῶν σου, σέ ἔσωσε ἀπό τήν ἀθεράπευτη τύφλωσή σου. Καί τήν ἴδια στιγμή ὁ τυφλός ἀπέκτησε καί πάλι τό φῶς του καί ἀκολουθοῦσε τόν Ἰησοῦ δοξάζοντας τόν Θεό πού τόν θεράπευσε διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ. Καί ὅλο τό πλῆθος τοῦ λαοῦ, ὅταν εἶδε τό θαῦμα, δοξολόγησε καί ἀνύμνησε τόν Θεό.