Αρνητική, για τυπικούς και ουσιαστικούς λόγους, είναι σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ, η εισήγηση της εισηγήτριας Αεοραπαγίτου προς την ολομέλεια του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, για την ένσταση που κατέθεσαν πολίτες εκλογείς από τις εκλογικές περιφέρειες Ροδόπης, Ξάνθης και Κέρκυρας, με την οποία ζητούσαν την αλλαγή της κατανομής των εδρών όπως αυτές προέκυψαν από το εκλογικό αποτέλεσμα της 20ης Σεπτεμβρίου 2015 στις συγκεκριμένες περιοχές, και την κατακύρωσή τους υπέρ των υποψηφίων της ΝΔ, Ευριπίδη Στυλιανίδη, Αλέξανδρου Κοντού και Στέφανου Γκίκα.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της ένστασης, οι ενιστάμενοι εκλογείς ζητούν να ανακηρυχθούν βουλευτές σε Ροδόπη, Ξάνθη και Κέρκυρα οι υποψήφιοι της ΝΔ Ευριπίδης Στυλιανίδης, Αλέξανδρος Κοντός και Στέφανος Γκίκας στη θέση των εκλεγέντων βουλευτών με τον ΣΥΡΙΖΑ, Αϊχάν Καρά Γιουσούφ στη Ροδόπη, Γρηγόριου Στογιαννίδη στην Ξάνθη, και Παυλίδη Κωνσταντίνου στην Κέρκυρα.
Οι ενιστάμενοι εκλογείς προβάλουν λόγους αναλογικότητας και αντισυνταγματικότητας κατά τη διαδικασία διάθεσης των εδρών από τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο, προκειμένου να γίνει παραδεκτή η προσφυγή τους. «Η αφαίρεση των πλεοναζουσών εδρών, πρωτίστως από τις τριεδρικές και δευτερευόντως από τις διεδρικές εκλογικές περιφέρειες, οδηγεί στο άτοπο της μη εκπροσώπησης του δεύτερου σε αριθμό ψήφων κόμματος, γεγονός που συνηγορεί υπέρ της κατάφασης της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 100 παρ. 7 εδάφιο β Π..Δ. 26/2012, το οποίο συγκαθορίζει κατ’ ουσία τον τρόπο εξεύρεσης των πενήντα επιπλέον εδρών που θα παραχωρηθούν στο πρώτο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα», αναφέρεται μεταξύ άλλων στο σκεπτικό της προσφυγής.
Σε περίπτωση που γίνει παραδεκτή η ένσταση από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, τότε θα προκληθούν καραμπόλες που θα οδηγήσουν εκτός Βουλής τους βουλευτές της ΝΔ, Κατερίνα Παπακώστα στη Β’ Αθηνών, Έλενα Ράπτη στην Α’ Θεσσαλονίκης και Αθανάσιο Μπούρα στον νομό Αττικής. Σε αυτή την περίπτωση, τις θέσεις τους θα καταλάβουν οι πρώτοι επιλαχόντες του ΣΥΡΙΖΑ στις αντίστοιχες εκλογικές περιφέρειες.
Σύμφωνα όμως με το σκεπτικό της εισήγησης, «ο περί αντισυνταγματικότητας της διάταξης του άρθρου 100 παρ. 7β του π.δ. 26/2012 ισχυρισμός είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 54 παρ 1 του Συντάγματος, ο συνταγματικός νομοθέτης καταλείπει στον κοινό νομοθέτη την ελευθερία να καθορίζει, σύμφωνα με τις πολιτικές συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά, το κατά την κρίση του περισσότερο πρόσφορο και ενδεδειγμένο για τις περιστάσεις εκλογικό σύστημα», αναφέρεται σχετικά.
Σε ό,τι αφορά την κατανομή των εδρών στις διεδρικές και τριεδρικές εκλογικές περιφέρειες, η εισηγήτρια υποστηρίζει ότι «οι θεσπισθείσες από τον κοινό νομοθέτη διατάξεις του άρθρου 100 παρ 7α και β του π.δ. 26/2012, οι οποίες εισάγουν για την κατανομή των αδιάθετων εδρών στις διεδρικές και τριεδρικές περιφέρειες, κριτήριο αφηρημένο και αντικειμενικό, το οποίο διαφέρει από το κριτήριο κατανομής των αδιάθετων εδρών στις λοιπές εκλογικές περιφέρειες, δεν αντίκειται στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος, υπό την ειδικότερη μορφή της ισοδυναμίας της ψήφου».
Σε ό,τι αφορά την εκ νέου κατανομή των εδρών που προτείνεται από τους ενιστάμενους ώστε να ακυρωθεί η εκλογή βουλευτών της ΝΔ στις εκλογικές περιφέρειες της Β’ Αθηνών, της Α΄ Θεσσαλονίκης και του νομού Αττικής, η εισηγήτρια Αεροπαγίτης εκφράζει τη νομική άποψη ότι «δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο προτεινόμενος τρόπος από τους ενιστάμενους κατανομής των εδρών εξυπηρετεί την ισότητα της ψήφου και την αντιπροσωπευτική αρχή, καθόσον θα οδηγούσε στο συνταγματικώς μη ανεκτό αποτέλεσμα της αφαίρεσης εδρών που έχουν καταληφθεί κατά το πρώτο στάδιο της κατανομής και από εκλογικές περιφέρειες με μεγαλύτερα αχρησιμοποίητα υπόλοιπα ψήφων, όπως αυτά θα διαμορφωνόταν μετά την προτεινόμενη αφαίρεση εδρών».
Γι’ αυτό και η ένσταση κατά το μέρος που θεμελιώνεται στην ακυρότητα εκλογής των περιλαμβανομένων στην ένσταση βουλευτών της ΝΔ σε Β’ Αθηνών, Α’ Θεσσαλονίκης και νομού Αττικής, καθώς και των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στους νομούς Ροδόπης, Ξάνθης και Κέρκυρας, «κρίνεται ως αβάσιμη και απορριπτέα».
Σε κάθε περίπτωση, την τελική απόφαση θα λάβει η ολομέλεια του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου.